Δευτέρα 7 Δεκεμβρίου 2015

Αρχαία Ελληνικά Α' Γυμνασίου Εν. 6, Αισώπου Μύθοι

Ο Αίσωπος και οι μύθοι του
Ο Αίσωπος ήταν αρχαίος Έλληνας μυθοποιός και μυθογράφος. Θεωρείται ιδρυτής του λογοτεχνικού είδους που σήμερα ονομάζεται παραβολή ή αλληγορία. Για τη ζωή του δεν υπάρχουν ακριβείς και συγκεκριμένες πληροφορίες, από πολλούς μάλιστα αμφισβητείται ακόμη και η ύπαρξή του.
Είναι ο διασημότερος από τους αρχαίους μυθοποιούς, αναμφισβήτητος πατέρας του αρχαίου μύθου. Θεωρείται επίσης ο κορυφαίος της λεγόμενης διδακτικής μυθολογίας. Δεν έγραψε κανέναν από τους μύθους αλλά τους διηγόταν προφορικά.
Τη βιογραφία του Αισώπου συνέγραψε τον 14ο μ.Χ. αιώνα ο μοναχός Μάξιμος Πλανούδης και περιέχονται σ' αυτή πολλά ανέκδοτα για τη ζωή και την εν γένει δράση του.
Πρωταγωνιστές στους μύθους του Αισώπου είναι, κατά το πλείστον, ορισμένα ζώα, όπως η αλεπού, ο λύκος, το λιοντάρι, τοελάφι κ.ά. Κυρίως είναι διάλογοι μεταξύ ζώων που μιλούν κι ενεργούν σαν άνθρωποι, ενώ υπάρχουν και μερικοί με ανθρώπους ή θεούς. Πρόκειται για μικρά οικιακά αφηγήματα, διατυπωμένα με μεγάλη συντομία. Ο χαρακτήρας τους είναι ηθικοδιδακτικός, συμβολικός κι αλληγορικός. Οι Μύθοι αυτοί έχουν ιδιαίτερη χάρη, θαυμαστή απλότητα κι άφταστη διδακτικότητα. Είναι παρμένοι από τη καθημερινή ζωή και τη φύση. Είχε τη μοναδική ικανότητα να δίνει στα ζώα ανθρώπινες ιδιότητες, ψυχή και λαλιά, σε τέτοιο βαθμό που να θεωρείς ότι οι μύθοι του ήταν κάποτε η πραγματικότητα και όλα αυτά που διηγείται έχουν συμβεί. Βασικό χαρακτηριστικό των διηγήσεών του ήταν το επιμύθιο το οποίο ήταν εύληπτο για τα παιδιά και το λαό.
https://el.wikipedia.org/wiki/Αίσωπος



Στο μύθο της ενότητας ένα ελάφι καθώς πίνει νερό σε μια πηγή και βλέπει το είδωλό του, επαινούσε τα κέρατά του και κατηγορούσε τα πόδια του.
Ώσπου ήρθαν οι κυνηγοί. Το ελάφι το βάζει στα πόδια και σώζεται προσωρινά, μέχρι που φτάνει σ' ένα δάσος.
Εκεί όμως τα κέρατά του μπλέχτηκαν και τότε...







Λεξιλόγιο κειμένου και μετάφραση

1
Ἔλαφος εὐμεγέθης ὥρᾳ θέρους

Ἔλαφος = ελάφι
εὐμεγέθης = (ευ + μέγεθος) μεγαλόσωμο
ὥρᾳ = η εποχή // πρβλ. ώρα, ωραίος άγουρος < άγωρος < άωρος = α στερητικό + ώρα = που δεν έχει ωριμάσει, που δεν ήρθε η ώρα του
2
διψῶν παραγίνεται ἐπί τινα πηγήν

παραγίνεται του ρ. παραγίγνομαι = φτάνω κοντά
3
 διαυγῆ καὶ βαθεῖαν

διαυγῆ > ὁ, ἡ διαυγής, τὸ διαυγές = καθαρός
4
καὶ πιών ὅσον ἤθελεν

πιών > του ρ. πίνω = αφού ήπιε
5
προσεῖχεν τῇ ἰδέᾳ τοῦ σώματος.

προσεῖχεν = παρατηρούσε
τῇ ἰδέᾳ = τη μορφή
6
Καὶ μάλιστα μὲν ἐπήνει τὴν φύσιν τῶν κεράτων

μάλιστα = κυρίως
ἐπήνει > του ρ. ἐπαινῶ = επαινούσε
τὴν φύσιν = τη φύση, τη μορφή
7
ὡς κόσμος εἴη παντὶ τῷ σώματι.

κόσμος στολίδι // πρβλ. κόσμημα
εἴη = ήταν
παντί = για όλο
τῷ σώματι = το σώμα
ὡς κόσμος εἴη παντί τῷ σώματι = με την ιδέα ότι ήταν στολίδι για όλο το σώμα του
8
Ἔψεγεν δὲ τὴν λεπτότητα τῶν σκελῶν

ἔψεγεν > του ρ. ψέγω = κατηγορώ, κατακρίνω // πρβλ. ψεγάδι, άψογος
τὸ σκέλος = το πόδι // πρβλ. υποσκελίζω
9
ὡς οὐχ οἵων τε ὄντων

ὡς οὐχ οἵων τε ὄντων = επειδή κατά τη γνώμη του δεν μπορούσαν
φέρειν πᾶν τὸ βάρος.

φέρειν > του ρ. φέρω = σηκώνω
πᾶν = όλο
Ἐν ὧ δὲ πρὸς τούτοις ἦν,

Ἐν ὧ δὲ πρὸς τούτοις ἦν = ενώ ασχολούνταν μ' αυτά
αἰφνιδίως ἀκούεται ὑλακή τε κυνῶν

αἰφνιδίως = ξαφνικά
ὑλακή = γαύγισμα
κυνῶν > γεν. πληθ. του ουσ. ὁ ἡ κύων = το σκυλί > των σκύλων
καὶ κυνηγέται πλησίον .

κυνηγέται > ον. πληθ. του ουσ. ὁ κυνηγέτης = ο κυνηγός
Ὁ δὲ ὥρμα πρὸς φυγήν

Ὁ δὲ = κι αυτό (το ελάφι)
ὥρμα > του ρ. ὁρμάω-ὁρμῶ
ὥρμα πρὸς φυγήν = άρχισε να τρέχει ορμητικά, για να ξεφύγει
καὶ, μέχρις ὅπου διὰ πεδίου ἐποιεῖτο τὸν δρόμον,

μέχρις ὅπου διὰ πεδίου ἐποιεῖτο τὸν δρόμον = όσο έτρεχε σε ομαλό έδαφος
ἐσώζετο ὑπὸ τῆς ὠκύτητος τῶν σκελῶν.

ὑπό τῆς ὠκύτητος = από την ταχύτητα
σκελῶν > γεν. πληθ. του ουσ. τὸ σκέλος = το πόδι // πρβλ. υποσκελίζω
Ἐπεὶ δὲ ἐνέπεσεν εἰς πυκνήν καὶ δασεῖαν ὕλην,

ἐνέπεσεν = του ρ. ἐμπίπτω = πέφτω > έπεσε
πυκνήν = αδιαπέραστη
δασεῖαν = πυκνή
ὕλη = δάσος
ἐμπλακέντων αὐτῷ τῶν κεράτων ἑάλω,

ἐμπλακέντων αὐτῷ = επειδή του μπλέχτηκαν
ἑάλω > του ρ. ἁλίσκομαι = παγιδεύτηκε, πιάστηκε
μαθὼν πείρᾳ

μαθὼν = έμαθε
πείρᾳ = εξ ιδίας πείρας
ὅτι ἄρα ἦν ἄδικος κριτὴς τῶν ἰδίων

ἄρα = λοιπόν, πράγματι
ἦν > πρτ. του ρ. εἰμί = είμαι > ήταν
τῶν ἰδίων = των δικών του γνωρισμάτων / χαρακτηριστικών
ψέγων μὲν τὰ σώζοντα,

ψέγων = του ρ. ψέγω = κατηγορώ, κατακρίνω // πρβλ. ψεγάδι, άψογος
σώζοντα = του ρ. σώζω = αυτά που το έσωζαν
ἐπαινῶν δὲ τὰ προδόντα αὑτόν.

Ενότητα 6η   Η ομορφιά δεν είναι το παν

῎Ελαφος εὐμεγέθης ὥρᾳ θέρους
Ένα μεγαλόσωμο ελάφι σε εποχή καλοκαιριού,
διψῶν παραγίνεται
καθώς διψούσε, φτάνει κοντά
ἐπί τινα πηγὴν διαυγῆ καὶ βαθεῖαν
σε κάποια καθαρή και βαθιά πηγή
καὶ πιὼν ὅσον ἤθελεν
 και, αφού ήπιε όσο (νερό) ήθελε,
προσεῖχεν τῇ τοῦ σώματος ἰδέᾳ.
παρατηρούσε τη μορφή του σώματός του.
Καὶ μάλιστα μὲν ἐπῄνει τὴν φύσιν τῶν κεράτων
Και κυρίως επαινούσε τη φύση των κεράτων του
ὡς κόσμος εἴη παντὶ τῷ σώματι.
με την ιδέα ότι αυτά ήταν στολίδι για όλο το σώμα του.
Ἔψεγεν δὲ τὴν τῶν σκελῶν λεπτότητα
Αντίθετα, κατηγορούσε τα λεπτά του πόδια,
ὠς οὐχ οἵων τε ὄντων φέρειν πᾶν τὸ βάρος.
επειδή, κατά τη γνώμη του, δεν μπορούσαν να αντέξουν όλο το βάρος του.
Ἐν ᾧ δὲ πρὸς τούτοις ἦν,
Και ενώ ασχολούνταν με αυτά,
ὑλακή τε κυνῶν αἰφνιδίως ἀκούεται
ξαφνικά ακούγεται  γάβγισμα σκυλιών
καὶ κυνηγέται πλησίον.
και κυνηγοί το πλησιάζουν.
Ὁ δὲ πρὸς φυγὴν ὥρμα
Αυτό άρχισε να τρέχει ορμητικά, για να ξεφύγει,
καὶ μέχρις ὅπου διὰ πεδίου ἐποιεῖτο τὸν δρόμον,
και όσο έτρεχε σε ομαλό έδαφος,
ἐσῴζετο ὑπὸ τῆς ὠκύτητος τῶν σκελῶν.
σωζόταν από την ταχύτητα των ποδιών του.
᾽Επεὶ δὲ εἰς πυκνὴν καὶ δασεῖαν ὕλην ἐνέπεσεν,
Όταν όμως έφτασε σε αδιαπέραστο και πυκνό δάσος,
ἐμπλακέντων αὐτῷ τῶν κεράτων ἑάλω,
επειδή του μπλέχτηκαν τα κέρατα, παγιδεύτηκε
πείρᾳ μαθὼν
 και έμαθε εξ ιδίας πείρας
ὅτι ἄρα ἄδικος ἦν τῶν ἰδίων κριτὴς
ότι πράγματι ήταν άδικος κριτής των ατομικών του γνωρισμάτων,
ψέγων μὲν τὰ σῴζοντα,
γιατί κατηγορούσε αυτά που το έσωζαν,
ἐπαινῶν δὲ τὰ προδόντα αὑτόν.
ενώ επαινούσε αυτά που το πρόδωσαν.

© Ελληνικός Πολιτισμός -  Γιάννης Παπαθανασίου-Κατερίνα Πρανδέκου

Παράλληλα κείμενα

Στο παρακάτω απόσπασμα ο Μαντίθεος, γνωρίζοντας ότι ψέγεται για τα αριστοκρατικά του φρονήματα, όσο και για την εικόνα του, προσπαθεί να πείσει ότι δεν πρέπει να κρίνεται κανείς με βάση την εξωτερική του εμφάνιση αλλά με βάση τα έργα του. Η εξωτερική εμφάνιση αποτελεί απατηλό κριτήριο, αντίθετα τα έργα αναδεικνύουν την πραγματική φύση των ανθρώπων.


Κείμενο

Καίτοι χρὴ τοὺς φιλοτίμως καὶ κοσμίως πολιτευομένους ἐκ τῶν τοιούτων σκοπεῖν, ἀλλ' οὐκ εἴ τις κομᾷ, διὰ τοῦτο μισεῖν· τὰ μὲν γὰρ τοιαῦτα ἐπιτηδεύματα οὔτε τοὺς ἰδιώτας οὔτε τὸ κοινὸν τῆς πόλεως βλάπτει, ἐκ δὲ τῶν κινδυνεύειν ἐθελόντων πρὸς τοὺς πολεμίους ἅπαντες ὑμεῖς ὠφελεῖσθε. Ὥστε οὐκ ἄξιον ἀπ' ὄψεως, ὦ βουλή, οὔτε φιλεῖν οὔτε μισεῖν οὐδένα, ἀλλ' ἐκ τῶν ἔργων σκοπεῖν· πολλοὶ μὲν γὰρ μικρὸν διαλεγόμενοι καὶ κοσμίως ἀμπεχόμενοι μεγάλων κακῶν αἴτιοι γεγόνασιν, ἕτεροι δὲ τῶν τοιούτων ἀμελοῦντες πολλὰ κἀγαθὰ ὑμᾶς εἰσιν εἰργασμένοι.

Λυσίας, Ὑπὲρ Μαντιθέου 18-19



Μετάφραση

Πράγματι, πρέπει όσοι πολιτεύονται με φιλοτιμία και σεμνότητα να εξετάζουν από αυτά κι όχι αν κάποιος έχει μακριά μαλλιά, και γι’ αυτό να τον μισούν· γιατί οι τέτοιες ασχολίες δεν βλάπτουν ούτε τους πολίτες ούτε τους άρχοντες. Αντίθετα από αυτούς που θέλουν να διακινδυνεύουν εναντίον των εχθρών όλοι εσείς ωφελείστε. Ώστε, κύριοι βουλευτές, δεν αξίζει από την εξωτερική εμφάνιση ούτε να αγαπάτε κάποιον ούτε να μισείτε, αλλά να τον εξετάζετε από τις πράξεις του· γιατί πολλοί, αν και μιλούν λίγο κι αν ντύνονται με ευπρέπεια, έχουν γίνει αίτιοι μεγάλων κακών, ενώ άλλοι όμως που τα παραμελούν αυτά, έχουν προσφέρει σε σας πολλά και χρήσιμα.


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου